Soen - Lycaia

Progressive or not?

Είναι εξαιρετικά δύσκολο για μια μπάντα να ξεφύγει από τις ταμπέλες και τις συγκρίσεις, όταν, μάλιστα, αυτές έχουν τεθεί δικαιολογημένα. Ναι, Tool και Opeth. Καμία αντίρρηση. Το ντεμπούτο τους (Cognitive, 2012) δεν άφηνε περιθώρια. Κάτι τις ο Martin Lopez (drums, ex-Opeth), κάτι τις η χροιά του Joel Ekelöf (πολύ κοντά στον Mikael Åkerfeldt ) και οι φωνητικές μελωδίες του (πολύ κοντά στον Maynard James Keenan), μύριζαν πολύ από τις προανεφερθέντες μπάντες. Μετά έρχεται το αποστομωτικό Tellurian (2014), που ψυλλιάζει τον ακροατή ότι εδώ έχει να κάνει με μια μπάντα με δική της φωνή και ταλέντο στη σύνθεση που συγκινεί. Το τρίτο τους άλμπουμ Lykaia (03/02/2017) δεν αφήνει χώρο για περαιτέρω αμφιβολία.
    Οι Soen δεν είναι ένα supergroup (ο χαρακτηρισμός δεν σημαίνει τίποτα για το έργο τους), διότι ως τέτοιο λανσαρίστηκαν στην αρχή έχοντας και τον Steve Di Giorgio στις τάξεις τους. Ευτυχώς πλέον έχουν τον εξαιρετικό Stefan Stenberg στο μπάσο· φαντάζομαι πολύ πιο αξιόπιστο και συνεργάσιμο από τον Di Giorgio. Ούτε είναι ένα μπασταρδάκι των Opeth, των Tool και των Porcupine Tree. Αυτή θα ήταν μια αφελής προσέγγιση. Οι Soen έχουν πλέον σφραγίδα, αυτοπεποίθηση στη σύνθεση και την ικανότητα να αφεθούν με τρόπο ακομπλεξάριστο στην τραγουδοποιία τους. Η αφήγηση είναι στρωτή, fillers δεν υπάρχουν, highlights πολλά, αλλά κυρίως οι Soen παρήγαγαν ένα άλμπουμ που θα μείνει στη συνείδηση και την καρδιά του υπομονετικού ακροατή.
    Η κάθε μελωδία, το κάθε λυρικό νήμα, το κάθε riff, η κάθε φωνητική μελωδία είναι στοχευμένη, και με κριτήριο το μέτρο και την εξυπηρέτηση του συνόλου. Το κάθε τραγούδι αναπτύσσεται αβίαστα και χτυπάει διάνα. Είναι τόσο δύσκολο για τον σύγχρονο prog δημιουργό να δημιουργήσει μια ροή φυσιολογική και αβίαστη στα τραγούδια του. Για τους Soen είναι παιχνιδάκι. Αξίζει να προσέξει κανείς, ανάμεσα στα τόσα καλούδια, τον άσσο στο μανίκι τους. Και αυτός δεν είναι άλλος από τα outros τους, τα οποία (ήδη από το Tellurian) λυγίζουν συναισθηματικά και τον πιο καχύποπτο ακροατή.
    Μερικά hints: το σαρωτικό Sectarian, το βουβά σπαραξικάρδιο Lucidity, το couple του Opal που είναι σαν να σε φυσούν 10 μποφόρ στην μάπα, το πειστικά εξωτικό (και όχι απλώς τουριστικό, όπως συνηθίζεται) Jinn, το ρεφραίν του Stray που σε συνδυασμό με το βασικό riff καλλιεργεί στον ακροατή ψευδαισθήσεις μεγαλομανίας, ή το βασικό θέμα του Paragon που συναισθηματικοποιεί την μαθηματική συνέπεια. Η καμμένη γη που αφήνει το Gods Acre. 
Πρόκειται για μερικούς από τους λίγους θησαυρούς που κρύβει το υπέροχο αυτό άλμπουμ. Πόσο δύσκολο είναι άραγε να συνθέσει κανείς τέτοια prog διαμάντια εν έτει 2017 στον κορεσμένο χώρο του prog metal; Καθόλου, από ό,τι φαίνεται. Τέλος, η παραγωγή του άλμπουμ είναι ιδανική. Το μπάσο ως βάση, όλα αναλογικά (όντως, εξ ολοκλήρου αναλογικά), όλα στρογγυλά και πλούσια. Υπέροχη αίσθηση, χωρίς την παραμικρή ανησυχία για τσίτωμα στο mastering και λοιπές ανησυχίες. Ζεστή αγκαλιά στα πάντα ευάλωτα τραγούδια.  
    Άσε που ξεκινούν περιοδεία με την καλύτερη female fronted band, τους σπουδαίους Madder Mortem. Τί πακέτο αλήθεια! Τέλος πάντων· βουτήξτε άφοβα και τα οφέλη είναι πολλαπλά και τόσο μα τόσο ευεργετικά. 
 

Αλέξανδρος Κατσιγιάννης 

Copyright 2024. All Right Reserved.