- Home
- Control Denied - The Fragile Art of Existence
Control Denied - The Fragile Art of Existence
Control Denied-The Fragile Art of Existence
O Chuck Schuldiner άφησε ΤΕΡΑΣΤΙΑ κληρονομιά πίσω τους με το υλικό των DEATH αλλά και τον χαρακτήρα του. Τα έξι διαμάντια των DEATH δεν θα χάσουν ποτέ μέρος της αίγλης τους. Ούτε στα πρώτα του, death metal βήματα, ούτε προς το τέλος που σχεδόν η σχέση του με το παλιομοδίτικο ακραίο αυτό είδος ήταν πιο χαλαρή. Δεν το ενέπνεε πλέον η καφρίλα ούτε τα παραμορφωμένα φωνητικά. Το 1995 δημιουργεί τους Control Denied με σκοπό να παίξει τη μουσική που ήθελε και αγαπούσε χωρίς την βαριά φανέλα των DEATH που αναγκαστικά τον περιόριζε μέχρι ένα βαθμό. Και ήταν ανήσυχο πνεύμα ο μακαρίτης. Μέχρι το 1996 έχει συμπληρώσει τη σύνθεση αλλά ακόμα τραγουδά ο ίδιος ώσπου τελικά τα φωνητικά αναλαμβάνει ο Tim Aymar μέχρι που ακούει το ντέμο των Psycho Scream στο οποίο τραγουδούσε. Για να τον είχε διαλέξει ο Jim Dofka (άλλος τρομερός κιθαρίστας), κάτι θα ήξερε. Η σύνθεση του συγκροτήματος κατέληξε να είναι ως εξής. O Chuck φυσικά στις κιθάρες, ο Aymar στα φωνητικά, ο παλιός γνώριμος στους Death ,Steve DiGiorgio στο μπάσο και δυο νέοι παικταράδες ( Shannon Hamm=κιθάρες και Richard Christy=drums) και ως γνωστόν ο Chuck ανακάλυπτε ταλέντα. Και οι δυο τους συνέχισαν και με τους Death στο κύκνειο άσμα τους, ''The Sound Of Perseverance''. Οι Control Denied δεν δυσκολεύτηκαν να βρουν εταιρία (Nuclear Blast με την οποία είχαν υπογράψει και οι Death πλέον) και έτσι το ''The Fragile Art of Existence'' κυκλοφόρησε λίγους μήνες μετά την τελευταία κυκλοφορία της βασικής του μπάντας δείχνοντας σε όλους ποια είναι η νέα ηχητική φόρμα που θα ακολουθήσει (για όσους δεν το πήραν χαμπάρι με το ''Perseverance''). Κάποιοι είχαν απογοητευτεί τότε, το θυμάμαι πολύ καλά. Δεν μπορούσε να χωρέσει ο νους τους ότι ο Chuck έπαιζε power/progressive. Οι ίδιοι είχαν απογοητευτεί και με το τότε παρόν των Death. Κάποιοι άλλοι αγκαλιάσαμε αυτές τις δισκογραφικές δουλειές, τις λατρέψαμε και ας ακούγαμε περισσότερο τα ακραία είδη. Το μέλλον φαινόταν λαμπρό, τουλάχιστον για τις δικές μου μουσικές απολαύσεις αλλά δυστυχώς ο Chuck απεβίωσε λίγο καιρό αργότερα και μείναμε με θεωρίες όπως συνέβη και με άλλες μπάντες. Πλέον ο δίσκος των Control Denied έχει αφήσει με τη σειρά του τη δική του κληρονομιά και είναι σεβαστός από την μεγαλύτερη μερίδα του μεταλλικού πληθυσμού.
Οι Control Denied δημιουργήθηκαν από την ανάγκη του Chuck να δημιουργήσει κάτι διαφορετικό σε σχέση με τους DEATH. Αυτό σημαίνει ότι όλες οι συνθέσεις και οι στίχοι είναι δικοί τα, τα περισσότερα τραγούδια είχαν διαμορφωθεί πριν καν η σύνθεση της μπάντας ολοκληρωθεί. Εννοείται ότι όλοι πρόσθεσαν το λιθαράκι τους αλλά όταν βρίσκεσαι στη μπάντα του Schuldiner λειτουργείς πιο πολύ σαν στρατιώτης παρά σαν κάτι άλλο. Και τον εμπιστεύεσαι με τυφλά μάτια μιας και η εμπειρία, η οξυδέρκεια του και το ταλέντο του φτάνουν και παραφτάνουν για να δημιουργηθεί κάτι εκπληκτικό στο οποίο θα τιμηθείς και μόνο που συνεισφέρεις μερικώς. Από τις πρώτες νότες του ''Consumed'' νομίζεις ότι ακούς τον τελευταίο δίσκο των Death, απλά με λιγότερο παραμόρφωση και καθαρά φωνητικά. Τεχνικός προγραμματισμός, διαστημικό παίξιμο, ετερόκεντρη προσέγγιση που δεν βασίζεται σε μια επωδό. Κάθε στιγμής της σύνθεσης έχει την ίδια βαρύτητα. Πολλές αλλαγές, πλούσια ακολουθία ήχων που διαγείρει όλα τα εγκεφαλικά κύτταρα. Ιδρόκοπες εκτελέσεις που δείχνουν την ποιότητα των μελών που συμμετέχουν σε αυτή την εξαγνιστική για τη ψυχή του Chuck, μουσική στιγμή στη καριέρα του ως μουσικός. Ακόμα και στους στίχους φαίνεται αυτό, έστω και μεταφορικά. Η μουσική Οδύσσεια συνεχίζεται με το ''Breaking the Broken'' που γυρίστηκε και βίντεο. Εκρηκτικός ρυθμός με αγέρωχο μπάσο και τύμπανα που κληροδοτούν τέτοιο ηχητικό θησαυρό που κάθε ντράμερ θα πρέπει να ακούσει το συγκεκριμένο δίσκο πριν πιάσει μπακέτες στα χέρια του. Πτυχωτή ενορχήστρωση που ξεδιπλώνεται συγκλονιστικά. Τα riffs συγκολλούνται ένα προς ένα πάνω στο μεταλλικό περίγειο Άστρο και μετατρέπουν το κεφάλι σου σε δορυφόρο που δεν σταματά να περιστρέφεται.
Ο Tim δεν επιλέχτηκε τυχαία. Δεν είναι απλά ΦΩΝΑΡΑ. Γνωρίζει πως να χρησιμοποιήσει τα μέγιστα των δυνατοτήτων του τις στιγμές που πρέπει και όχι ανεξέλεγκτα και ασταμάτητα. Ακούμε το ''Expect the Unexpected'' με τον ίδιο να τραγουδά λυγρά για τις φωνητικές του χορδές αλλά και για τα αυτιά των εκάστοτε ακροατών. Ανάμεσα στην ηχητική παρέλαση που γινόμαστε έρμαια, μαγκωνόμαστε από δαύτα μιας και μας φαίνονται πιο γνώριμα σε σχέση με τους διαστημικούς ήχους και το εξωγήινο παίξιμο. ''What If...?'' και αναρωτιόμαστε σε πιο επίπεδο είχαν φτάσει και αν υπήρχε ψηλότερο. Κακομεταχειρίζονται τα όργανα τους χωρίς μακρυγορίες για να ξεκλειδώσουν ζεστές, λυτρωτικές μελωδίες ανάμεσα στο στυγερό παίξιμο. Ακούμε τα σόλος του Chuck παραδεχόμενοι την ανωτερότητα του ως μουσικός και συνθέτης. Και ως στιχουργός μιας και οι στίχοι του είναι τροφή για σκέψη. Δεν πετάει λέξεις για να συμπληρώσει στιχάκια. Το νευρώδες παίξιμο τους δεν θα μπορούσε να μην συνοδεύεται από φροντισμένους και αντίστοιχους στίχους στο ''When the Link Becomes Missing ''. Μάργες αλλαγές που ορμούν καταπάνω σου και διαπληκτιζόμενες συγχορδίες παλατζάρουν πάνω σε αξιέπαινους ρυθμούς, ευαισθητοποιώντας κάθε πιθαμή του νευρικού σου συστήματος.
Μπορεί το ''The Fragile Art of Existence'' να ανήκει στο χώρο του Progressive Power Metal αλλά ΕΙΝΑΙ και ακούγεται πολύ πιο σκληρό. Σίγουρα ευθύνεται η τουμπανοπαραγωγή του Jim Morris στα Morrisound Studios, εκεί που ηχογραφήθηκαν μερικά από τα καλύτερα death metal άλμπουμς όλων των εποχών. Σίγουρα και τα μουσικά όργανα και η τεχνολογία που θα χρησιμοποίησε ο Chuck θα είναι ίδια με αυτά των DEATH. Όποια και να είναι η αλήθεια, το σίγουρο είναι ότι τραγούδια σαν το ''Believe'' πείθουν με τη δύναμη τους. Μου θυμίζουν και λιγάκι Nevermore της μεσαίας και μεταγενέστερης περιόδου. Πυκνές μπασογραμμές, μπετόν αρμέ ρυθμοί που στερεώνουν ακράδαντα τη βάση και κιθαριστική διδασκαλία. Αυτή η διδασκαλία συνεχίζεται πιο έντονα στο '' Cut Down'' συνάμα κηλητικών φωνητικών μελωδιών. Όμως οι διαγαλαξιακές συγχορδίες είναι αυτές που αναβλύζουν άληκτα. Αυτό το ηχητικό θαύμα θα κλείσει με το ομώνυμο τραγούδι του δίσκου φτάνοντας σε διάρκεια κοντά στα δέκα λεπτά. Ευκαιρία για τον Chuck και την παρέα του να ξεφορτώσουν την ψυχική τους επιφοίτηση με ήχους. Μουσικό πανδαιμόνιο, άφθονα κίνητρα για να δώσεις βάση σε συγκεκριμένο παίξιμο διαφορετικά σε κάθε άκουσμα, τερματική δραστηριοποίηση με αφοσίωση και σεβασμό σε αυτό που κάνουν. Ένας ακόμα δίσκος από τον ΚΑΛΥΤΕΡΟ για τους πιο ανοικτόμυαλους οπαδούς του.