- Home
- Meadows End - The Grand Antiquation
Meadows End - The Grand Antiquation
ΛΙΒΑΔΙΑ ΜΕ ΑΤΕΛΕΙΩΤΕΣ ΜΕΛΩΔΙΕΣ
Οι Meadows End είναι μια συμφωνική death metal από Σουηδία που ξεκίνησε το 1997 από μια παρέα παιδικών φίλων. Πάντοτε ως σεξτέτο (διπλές κιθάρες, πλήκτρα κτλ) άρχισαν να δουλεύουν εντατικά και να κυκλοφορούν μια σειρά από ντέμος και αργότερα eps, αλλάζοντας στην πορεία αρκετά μέλη. Τελικά το ντεμπούτο άργησε πολλά χρόνια να έρθει (2010- ‘’Ode To Quietus) με την σύνθεση να σταθεροποιείται και το υλικό να δείχνει αρκετές δυνατότητες και να αρέσει στους λάτρεις του συγκεκριμένου ήχου, χωρίς βέβαια να είναι κάτι το ιδιαίτερο. Ο δίσκος ήταν αυτοχρηματοδοτούμενος, όπως και η δεύτερη τους κυκλοφορία ‘’The Sufferwell’’ (2014) με μια αλλαγή τους ενός κιθαρίστα (για μια ακόμα φορά). Το 2015, η μπάντα αποφάσισε να επανηχογραφήσει τα τραγούδια από τα demos τους και να ανεβάζει ένα από αυτά κάθε μήνα στο Youtube. Μετά από ένα χρόνο, τα μάζεψαν και τα κυκλοφόρησαν σε ένα cd με τίτλο ‘’Sojourn’’ και πλέον φθάνοντας στο 2019 και σαν κουιντέτο για πρώτη φορά (ένας κιθαρίστας παρόντας),έχοντας στο πλευρό τους και για πρώτη φορά εταιρία (Black Lion Records), μας προσφέρουν το ‘’The Grand Antiquation). Διαθέσιμο από τις 8 του μηνός σε cd.
Δυνατή παραγωγή, μοντέρνος ήχος και μουσική α λα Insomnium και Dark Tranquillity χωρίς να καταφέρνουν να φθάσουν στο ποιόν, αμφότερες τις προαναφερθέντες μπάντες, ούτε στις μελωδίες ούτε στις ατμόσφαιρες. Η μουσική των Meadow’s End περιλαμβάνει τον κλασσικό Σουηδικό ήχο του μελωδικού death metal, τιγκαρισμένο με πλήκτρα, ακραία φωνητικά, κιθαριστικά περάσματα με ουσία και μελωδία αλλά όλα αυτά με κάποιο αντίτιμο, δηλαδή χάνοντας την αιχμηρότητα του. Τα πλήκτρα πάντοτε μπροστά, φέρνοντας πολλές φορές σε Dimmu Borgir ατμόσφαιρες, τα φωνητικά αν και καλά, δεν έχουν ποικιλία και κάπου κουράζουν, οι ρυθμοί δεν πάνε την μουσική ένα βήμα παραπέρα. Να μην παρεξηγηθώ, παίζουν ωραία και θα το ευχαριστηθεί ο ακροατής. Απλά δεν προσθέτουν τίποτα καινούριο στο χιλιοπαιγμένο αυτό είδος αλλά και σε σύγκριση με άλλες μπάντες του είδους, είναι κατώτεροι συνθετικά. Όταν τους πρωτοάκουσα πριν καμιά δεκαετία, πίστεψα ότι έχουν δυνατότητες αλλά δεν βλέπω μετά από τόσα χρόνια μεγάλα βήματα βελτίωσης και αυτό δεν είναι ότι καλύτερο. Το μεγάλο τους ατού πλέον είναι ο νέος κιθαρίστας Jan Mehle που παίζει πολύ ωραία και έχει πολύ καλές ιδέες. Άσε που τα σόλος του είναι πολύ ευχάριστα και ενθουσιώδη και ποτέ μα ποτέ δεν κουράζουν. Πολύ καλό παράδειγμα το ‘’Storm Of Perdition’’, ¨ένα από τα καλύτερα τραγούδια του δίσκου. Πιστεύω ότι αν του έδιναν περισσότερο χώρο σε σχέση με τον πληκτρά, το απότέλεσμα θα ήταν ακόμα καλύτερο. Τι άλλο; Ακούμε δυο τραγούδια τραγουδισμένα στην μητρική τους γλώσσα και ακούγεται καλύτερα, σαν Moonsorrow.Έχει περισσότερο πάθος στην φωνή του και του βγαίνει καλύτερη η προφορά και ας μην καταλαβαίνω και τίποτα. Έτσι και αλλιώς οι στίχοι δεν μου φάνηκαν και ιδιαίτερα ενδιαφέροντες, ένα κλασσικό κόνσεπτ γύρω από το Καλό και το Κακό που τουλάχιστον σε μένα δεν προσέφεραν κάτι το παραπάνω, Στο ‘’The Insignificance Of Man’’ θα πειραματιστούν με μεγαλύτερες ταχύτητες, κάποια καθαρά φωνητικά, πιάνο (από συνθς πιθανότατα) αλλά η υπέρβαση δεν γίνεται. Λίγο πιο πάνω από το μέτριο