Solefald - Neonism
Solefald-Neonism
Πάντοτε ήμουν υπέρ των αλλαγών και εξελίξεων στη μουσική. Ότι μένει απροσάρμοστο, στάσιμο, άγονο, κάποια στιγμή καταντά και βαρετό ή στην καλύτερη επαναλήψιμο. To Heavy Metal στα δικά μου αυτιά ωφελήθηκε που επέτρεψε στο είδος να εξελιχτεί, να συνδυαστεί, να δοκιμάσει νέα πράγματα. Εννοείται ότι υπάρχουν πολλά παραδείγματα αποτυχίας από μπάντες αλλά αυτό δεν είναι απαγορευτικό στο να συνεχίζετονται οι προσπάθειες για αλλαγή. Μια πραγματικά ιδιαίτερη περίπτωση που λάτρεψα από την πρώτη στιγμή και δεν με έχουν απογοητεύσει ποτέ είναι αυτή των Νορβηγών Solefald. Ντουέτο, φιλαράκια, συνάδελφοι, εραστές του πνευματικού, ένωσαν τις δυνάμεις τους κάπου το 1995 δημιουργώντας τους Solefald,την δύση του Ήλιου στα αρχαία Νορβηγικά. Ήδη από το ντεμπούτο ''The Linear Scaffold'' του 1997 με το όμορφο εξώφυλλο και την περίεργη έκδοση σε cd (για τότε τουλάχιστον), δεν χρειαζόσουν παραπάνω ακρόασης ελάχιστων λεπτών για να συνειδητοποιήσεις ότι κάτι διαφορετικό έτρεχε εκεί πέρα. Βάση είχαν το black metal αλλά υπήρχαν τόσα πολλά διαφορετικά στοιχεία ταιριασμένα που το τελικό αποτέλεσμα ξέφευγε πολύ. Μόνο τα φωνητικά δεν είχαν κάτι το ιδιαίτερο (κατά 95% παραμορφωμένα), πράγμα που άλλαξε και αυτό προς το καλύτερο στο δεύτερο τους άλμπουμ ''Neonism''. Πειραματισμοί στο τέρμα, μουσικά εξελίσιμοι κατά πολύ από τα πρώτα τους βήματα, συνθετικά σε άλλο μουσικό κόσμο. Κάπως έτσι ξεκινά το ταξίδι των Solefald όπως τους αγαπήσαμε με δισκάρες τη μία μετά την άλλη, χωρίς να θυσιαστεί τίποτα ακόμα και όταν μεταπήδησαν στη Century Media. Η διλογία ''An Icelandic Odyssey'' θα μνημονεύτεται στο μέλλον σαν πολύ μπροστά για την εποχή τους ενώ προσωπικά έχω λατρέψει το μεταγενέστερο ''Norrøn livskunst'' (2010) όσο λιγους δίσκους της ίδιας χρονιάς. Τελευταίο πόνημα της μπάντας πίσω στο μακρινό 2015 (World Metal. Kosmopolis Sud) μιας και οι υποχρεώσεις (και δεν μιλάω μόνο για μουσικές όπως το ότι ο Lazare είναι στους Borknagar αλλά για τις υπόλοιπες ασχολίες τους) είναι βεβαρημένες τα τελευταία χρόνια. Δεν πειράζει, οι Solefald δεν υπήρξαν ποτέ μπάντα για το μεροκάματο ούτε απλά για να παίζουν το heavy metal που μεγάλωσαν. Ήταν το νοητικό τους παιδί και θέλει την κατάλληλη φροντίδα και ασχολία για να μεγαλώσει σωστά.
Αν το ντεμπούτο είχε black metal σκελετό, εδώ ξεφεύγει εντελώς και μετατρέπεται σε ένα ασπόνδυλο οκτάποδο που σου επιτίθεται πάσα δύναμη και σε τυφλώνει με το μέλας του. Φημολογείται ότι τα μέλη δέχτηκαν θανατικές απειλές για την τόσο αλλότροπη πορεία που πήρε σε σχέση με τα πρώτα της βήματα. Με το που ξεκινά το ''Fluorescent'' (αυτό είναι το πρώτο τραγούδι στην αυθεντική έκδοση του 1999) ακούς γρήγορα ξεσπάσματα και ακραία φωνητικά, κατάλοιπα του παρελθόντος αλλά ήδη νιώθεις ότι υπάρχουν χειρουργικές επεμβάσεις στις μελωδίες και στη διάρθωση του σκελετού και των ενορχηστρώσεων. Απότομη διακοπή και ένα ρεφραίν από άλλο κόσμο, τραγουδισμένο αλλόκοτα και ψυχοδιεγερμένα. Επιθανάτιες ανάσες γεμάτες χάρη αδειάζουν προσεκτικά επιλεγμένες λέξεις και Avant-garde τεχνολογία και συναίσθημα ανακατεύονται μαζί με τη black metal βάση του. Κραυγές-αγγελιοφόροι και καυστικές αρμονίες στο ''Speed Increased to Scaffold'' προστατεύουν το πνευματικό οχυρό των δυο μελών που δεν διστάζουν να παίξουν και να πραγματοποιήσουν ιδέες αλλότριες στον ήχο τους και άκρως επικίνδυνες στο ταίριασμα τους. Από τα ''γαλλικά'' (κυριολεκτικά) μέχρι τις απότομες αλλαγές, από το tribal κρουστικό παίξιμο μέχρι τις επαναστατικές συγχορδίες. Στριφογύρισμα του μυαλού σου με εκρηκτικό κράμα μουσικών δοκιμών.
Ολική σταυροφορία ενάντια σε οτιδήποτε στεγανό και κοινότυπο. Από τη μία σφοδρότητα σε ρυθμούς και ταχύτητες, και από την άλλη παρανοική φωνή που τραγουδά... Coco Chanel - welcome to hell. Παράνοια; Όχι. Οι στίχοι είναι πανέξυπνοι στην χειρότερη, μάθημα για πολλούς. Μια συμφωνία σώματος και πνεύματος με πολλές αντιδράσεις και αντιπαραθέσεις που βγαίνουν στο ηχητικό αποτέλεσμα. Ασεβείς προς το black metal και ευσεβείς προς την αυθεντικότητα και την αυθεντεία, τα ''τραγούδια'' δουλεύουν παρασιτικά και εθιστικά. Το αγαπημένο ''Proprietors of Red '' σου παραχωρεί δόσεις παράνοιας για να δεχτείς και αν αντέξεις, να λατρέψεις υμνικά. Χωρίς περιθώρια αμφισβήτησης, το κεφάλι σου θα γεμίσει αντιφατικές συνειδητές αλλαγές που ενώ άλλοι θα πάτωναν σίγουρα στη δημιουργία τους, εδώ τις κάνουν να ακούγουνται σαν να έπρεπε από πάντοτε να ήταν έτσι.
Όσο ο δίσκος προχωρά, τόσο πιο προκλητικός γίνεται και χάνει κάθε επαφή με ηχητικές μαυρομεταλλικές ακραιότητες. Δεν κολώνουν πουθενά, κάνουν χρήση σε οτιδήποτε νιώθουν ότι τους αρέσει και τους εμπνέει. Αποκεφαλίζουν οτιδήποτε κλασσικό και αφήνουν τη κάθε σύνθεση να οδηγηθεί στη λύτρωση μόνη της. Σαν κινούμενη άμμος που δεν έχει σχήμα αλλά μπορεί να σε καταπιεί. Μουσική που δεν δημιουργήθηκε και δύσκολα θα προρούσε να αναπαραχθεί συναυλιακά (θα ήταν τρομερό να ακούγαμε το ''Backpacka Baba'' ζωντανά,χαχα). Τέλεια παραγωγή (Tomas Skogsberg) και τίποτα λιγότερο διότι θα χανόταν μεγάλο μέρος της μαγείας αν δεν ήταν ευδιάκριτες (ευάκουστες δηλαδή) όλες οι λεπτομέρειες. Δίσκος που ακούγεται μόνο με ακουστικά στα αυτιά και ακόμα καλύτερα, σκοτάδι. Σχιζοειδείς ενορχηστρώσεις από παράφρωνα μυαλά που λογίζονται μουσικοί ανάμεσα σε πολλά άλλα. Μουσική για λίγους χωρίς να το κάνει ανώτερο από κάτι κλασσικομέταλλο, απλά τολμηρό και δελεαστικό για όσους δεν σκανδαλίζονται με τέτοιους πειραματισμούς.