- Home
- Dark Star - Dark Star
Dark Star - Dark Star
Dark Star-Dark Star
Άλλη μια πονεμένη ιστορία από μια μπάντα που βρέθηκε στην κορυφή από ένα κύμα του nwobhm αλλά σύντομα αναποδογύρισε και βυθίστηκε. Ο λόγος για τους Dark Star από το Birmingham. Από το 1973 και ως το 1979, οι Rik Staines (φωνή) και Dave Harrison (κιθάρες) είχαν μαζί με άλλους τους Sweaty Betty. Ακόμα και ο drummer Pete Boot (Budgie) πέρασε από τις τάξεις τους. Τελικά ο Rik και ο Dave αποφάσισαν να συνεχίσουν μαζί και έφτιαξαν τους Suicide για κανά χρόνο πριν ονομαστούς Berlin (1979) και το δουν σοβαρότερα. Στην μπάντα προστίθονται οι Steve Atkins (drums), Bob Key (κιθάρες) και Chris Causton (μπάσο). Όχι μόνο δεν θα αργήσουν να δημιουργήσουν τις πρώτες τους συνθέσεις αλλά μάλιστα να μπούν και στο στούντιο να ηχογραφήσουν τρία από αυτά, ότι δηλαδή θα αποτελούσε το 12''Lady of Mars του 1980 στο μέλλον. Παράλληλα οι EMI ετοίμαζε το δεύτερο μέρος της μουσικής σειράς Metal For Muthas και ζητήθηκε από τους Dark Star (που είχαν αλλάξει το όνομα από Berlin μιας και υπήρχε ήδη μια Αμερικάνικη μπάντα που είχε καπαρώσει το όνομα) να συμβάλλουν με το Lady Of Mars, πράγμα που έγινε. Ο Chris Causton δεν μπορεί να ακολουθήσει το όλο και πιο επαγγελματικό πρόγραμμα των Dark Star και αποχωρεί με την θέση να παραλαμβάνει ο Mark Oseland και με αυτή τη σύνθεση κυκλοφορούν το προαναφερθέντα 12'' (1000 κόπιες περίπου μέσω της Steel Strike Records). Οι Dark Star υπογράφουν με την Avatar και το ομώνυμο ντεμπούτο κυκλοφορεί το 1981 έχοντας περάσει μόνο δυο βδομάδες μέσα στο στούντιο. Αν και ο δίσκος αγκαλιάζεται από το κοινό και τον Τύπο, δεν τα καταφέρνει να τα πάει τόσο καλά εμπορικά ενώ συνάδεδελφοι της εποχής τους περνούσαν στο επόμενο στάδιο αναγνωρισημότητας. Φταίει και το ότι δεν υπήρξε άμεση δισκογραφική συνέχεια με το δεύτερο άλμπουμ ''Real to Reel'' (πιο AORάδικο) να κυκλοφορεί έξι χρόνια μετά μιας και ο Staines αποχώρησε από τη μπάντα το 1982 μιας και δεν ''συννεονούνταν'' με τα υπόλοιπα μέλη και έτσι η μπάντα είχε μπει στον πάγο/διάλυση. Τέτοιες ιστορίες έχουν πολλά nwobhm συγκροτήμα να αφηγηθούν αλλά λίγα έχουν αφήσει ηχητική παρακαταθήκη που να μας πονά ιδιαίτερα.
Αυτή η φρεσκάδα που υπήρχε στα nwobhm είναι εμφανέστατη και εδώ. Ξεκινώντας με το ''Kaptain America'' συνειρμοί με το ντεμπούτο των Def Leppard και δεν φταίει η λέξη ''Αμέρικα''. Οι μελωδίες μοιάζουν, ο ήχος παρόμοιος, η φωνή με κοινές συνισταμένες. Εντελώς διαφορετικές συνθέσεις όμως έτσι, να μην μπερδευόμαστε. Σταυροφορία των κιθαρίστων, χωρίς μόχθο και ιδιαίτερη προσπάθεια, παράγουν riffs σε αγέλες. Εύμετρες μελωδίες, διαυγέστατες, εισέρχονται στα αυτιά σου και τα ευφραίνουν. Χωρίς σύγχρονα σκευωρήματα, εδώ ακούς αγνό heavy metal στην παιδική του ηλικία (αν θεωρήσουμε το thrash εφηβία, τσαμπουκας κτλ) γεμάτο όμορφες στιγμές και νοσταλγία. Εύστοχες φωνητικές μελωδίες και διακριτικά συνθεσάιζερ δίνουν ένα πιασάρικο τόνο στο τραγούδι κάνοντας το τέλειο για εναρκτήρια πρόσκληση. Στο ''Backstreet Killer '' το μπάσο ειναι κυρίαρχο όργανο. Ο Mark Oseland απογαλακτίζει τη σύνθεση από την εμπορικότητα δίνοντας την όγκο και δύναμη. Οι ρυθμοί θεριεύουν σε στιγμές, το μπάσο θωρακίζει τη σύνθεση και συσώρευση riffs ώστε να συναρμολογηθεί ένας μεταλλικός σκελετός που θα τον γλυκαίνουν φωνητικά και πλήκτρα. Κεραυνοβόλος πόλεμος ανάμεσα στους δυο κιθαρίστες που ξοδεύουν άφθονες ιδέες πάνω στη ταστιέρα κάνοντας μας περήφανους για την αιτιολόγηση μας ως προς το ποιόν των Dark Star. To ''The Musician'' έχει μπόλικες prog rock επιρροές από 70ς και τι πιο λογικό από μια βρεττανική μπάντα στις αρχές των 80ς. Ακουστικές κιθάρες, φωνητική τολμηρότητα, τιθασευμένοι ρυθμοί και η μελωδία έχει την τιμητική της.
Ώρα για το γνωστότερο τραγούδι τους, το ''Lady of Mars''. Ας γραφτεί για αρχή ότι στο δίσκο μπήκε η αυθεντική έκδοση του τραγουδιού, αυτή με τον Chris Causton στο μπάσο και με παραγωγή στα Spaceward studios. Το τραγούδι είναι ένας φόρος τιμής στους Thin Lizzy. Συγχορδίες με τον Ιρλανδικό ταμπεραμέντο, ψηλαφητές αρμονίες, σβελτάδα, διπλές στρώσεις μουσικής με ''μαχες'' την ώρα των σόλος, backround φωνητικά στο ρεφραιν και η ίδια η φωνή του Rik που σου θερμαίνει την καρδιά. Ότι ντόρος έχει γίνει γι αυτό το τραγούδι, το αξίξει παντελώς. Απίστευτο πως οι κιθάρες ζεύουν τη φωνή πάνω στον κινούμενο ρυθμό και κυλάει τόσο όμορφα και εθιστικά.
Η δεύτερη μεριά ξεκινά με το ''Louisa '', ένα από τα δυο νέα τραγούδια τους (το άλλο είναι το Green Peace). Αυτά γράφτηκαν στο στούντιο σε σύντομο χρονικό διάστημα ενώ όλα τα υπόλοιπα προυπήρχαν και είχαν δοκιμαστεί ουκ ολίγες φορές ζωντανά. Χωρίς να εξασθενεί το πάθος τους, δεν βρίσκεις κάποια σύνθεση που θα συγκριθεί με αυτές που προαναφέρθηκαν. Το ''Rockbringer'' ζουριάζει στο refrain κάνοντας σε να ουρλιάξεις δυνατά, ακόρεστη πηγή από κιθαριστικά leads υπάρχει και λαμπρές φωνητικές προσφορές. Το ''Lady Love'' θυμίζει και αυτό Thin Lizzy ασπαζόμενο το γνωστό κιθαριστικό ήχο, θεματολογία για το αγαπημένο θέμα, τις γυναίκες, έστω και τις άτυχες που χάθηκαν στο σκοτάδι της νυχτερινής ζωής και αμαρτίας, ξέγνοιστη ενορχήστρωση χωρίς πολλά πολλά φρου φρου και καλωσορίζεις ακόμα ένα ευθυτενές heavy metal τραγούδι. Κλείσιμο με το ''Green Peace'', το καλύτερο της δεύτερης μεριάς του δίσκου. Prog rock επιρροές και πάλι, μπαλαντοειδές και ελαφρώς ψυχεδελικό χάρη στο μπάσο.Pink Floyd αγάπη σε φωνή και ατμόσφαιρα, κιθαριστικό ντελίριο, ζωογόνο μπασο, πληκτροφόρα ένδυση και έχεις το μαγικό σου ταξίδι, μια επιχεβυμεταλλωμένη προγκρεσσιβιά που σε ταξιδεύει σε Σκοτεινά Άστρα. Παραγνωρισμένος δίσκος, κρίμα.