ScreaMachine - ScreaMachine
ScreaMachine-ScreaMachine
Νεοσύστατη μπάντα οι ScreaMachine από την Ιταλία αλλά με έμπειρους μουσικούς. Το ρυθμικό ντουέτο έχει προιστορία με ακραίες μπάντες ενώ οι κιθαρίστες τους προέρχονται από τους powerάδες Kaledon. Για την ακρίβεια, ο ένας από αυτούς (Paolo Campitelli) παίζει πλήκτρα εκεί αλλά στους ScreaMachine εκτελεί χρέη axeman δίνοντας ακόμα πιο άμεσο, heavy ήχο στη μπάντα όπως Judas Priest,Helloween και Accept χωρίς πολλά φρου φρου. Ο ίδιος ο Paolo είναι υπεύθυνος για την ηχογράφηση, μίξη και το mastering του δίσκου. Η μπάντα ιδρύθηκε το 2017 και το ομώνυμο ντεμπούτο τους κυκλοφόρησε στις 9 Απριλίου από την Frontiers Records σε cd. Να επισημανθεί ότι μια σειρά καλεσμένων (ειδικά κιθαρίστων) παρελαύνουν από την πρώτη τους προσπάθεια. Το (μέτριο) artwork είναι δουλειά του Βραζιλιάνου Gustavo Sazes που μας έχει δώσει και καλύτερα δείγματα.
Ο δίσκος ξεκινά ελπιδοφόρα. Κλασσικότροπο heavy metal στα χνάρια των Judas Priest θυμίζοντας τους αρκετά ηχητικά. Η φωνή, ελαφρά γρέζα, παραδίδει την ένταση που χρειάζεται ενώ στο ρεφραιν που γίνονται πιο μελωδικά, ακούγονται ταιριαστά και ευχαριστα. Γρήγοροι ρυθμοί, ωραίο riffing, το απαραίτητο solo, τα πάντα θυμίζουν 80ς metal εκτός από την παραωγή που σφραγίζει τον ήχο με την δυναμικότητα της εποχής μας όσο αφορά την τεχνολογία. Μουσικοί καλεσμένοι υπάρχουν στα περισσότερα τραγούδια και στο εναρκτήριο ‘’ Demondome’’ έχουμε τον Francesco Mattei των Noveria. Το ‘’ The Metal Monster’’ που ακολουθά έχει ακόμα πιο έντονο Judas Priest ηχόχρωμα. Τα γρέζα φωνητικά και η ντόμπρα μουσική τους επίθεση θυμίζει 80ς από την αρχή ως το τέλος. Τα πολλαπλά φωνητικά στα ρεφραίν δίνουν μια ευχάριστη αίσθηση του πιασάρικου και ευκολομνημόνευτου. Ο Simone Mularoni (DGM) χαρίζει κάποιες κιθαριστικές μελωδίες στο ‘’ The Human God’’ όσο ακόμα ο δίσκος κυλά όμορφα, έστω και με κατώτερες φωνητικές δυνατότητες του Valerio να τραγουδήσει σαν τον Halford (καλά, έτσι και αλλιώς ελάχιστοι μπορούν). Από το ‘’ Darksteel’’ και μετά αρχίζει το ενδιαφέρον μου να ξεθυμαίνει μιας και δεν ακούω τίποτα καινούριο αλλά και σαφέστερα κατώτερο των επιρροών του, είτε μιλάμε εκτελεστικά είτε συνθετικά. Μόνο το Blind Guardian πολλαπλά φωνητικά σώζουν τη κατάσταση. Από τους δίσκους που όταν θα ακούσετε δεν θα βρείτε κάτι να σας ενοχλεί ιδιαίτερα αλλά αν ανέβει στο ράφι, δύσκολα ξανακατεβαίνει. Δηλαδή πόσο να σου αρέσουν τραγούδια σαν το ‘’ 52Hz’’ που μετράς τα δευτερόλεπτα για να τελειώσει. Και το πιο σημαντικό....μοιάζουν σχεδόν όλα τα τραγούδια μεταξύ τους. Ακόμα και στο ‘’ Wisdom of the Ages’’ που τραγουδά ΚΑΙ ο Herbie Langhans αλλά και με μπασογραμμές του Steve DiGiorgio και πάλι τίποτα. Από τα χειρότερα του δίσκου. Γενικότερα καλάκουστο μέχρι το τέλος αλλά ελαφρώς βαρετό και κοινότυπο.