Journey - Infinity
Journey – Infinity
Πολλοί θεωρούν ταυτόσημο του AOR τους Journey και όχι αδίκως. Τα πράγματα όμως δεν ήταν έτσι εξ’αρχής. Μπορούν να γραφτούν τό,οι ολόκληροι για τη βιογραφία της μπάντας αλλά αυτό δεν μας ενδιαφέρει περί του παρόντος. Το συγκρότημα δημιουργήθηκε στο San Francisco το 1973 και ηχητικά ακουγόταν σαν jazzy progressive rock, τουλάχιστον στα τρία πρώτα άλμπουμς τους. Δεν ξεχνάμε ότι μιλάμε για διαφορετική σύνθεση. Μάλιστα στο ντεμπούτο τους το 1975 είχαν δυο κιθαρίστες και το riffing ήταν βασικό συστατικό της μουσικής τους. Στο τέταρτο δίσκο τους γίνεται κίνηση ματ και το μικρόφωνο αναλαμβάνει ο Steve Perry, παίρνοντας τη θέση του Robert Fleischman (λόγω μουσικών διαφορών με το υπόλοιπο συγκρότημα). Κάπως έτσι ξεκίνησαν τα ΠΛΑΤΙΝΕΝΙΑ χρόνια των Journey βγάζοντας απανωτές δισκάρες που χάραξαν την ιστορία ανεξίτηλα. Ότι βγήκε μέχρι και το τέλος των 80ς είναι μουσικός θησαυρός. Τα 90ς δεν φέρθηκαν καλά στους Journey αλλά με την αρχή της νέας χιλιετίας και με νέα σύνθεση (μοναδικό αυθεντικό μέλος μέχρι και σήμερα είναι ο κιθαρίστας της μπάντας Neal Schon) σχεδόν σε κάθε δίσκο, η μπάντα έχει κρατήσει το πήχη ψηλά, στουντικά (με πολυ καλό καινούριο δίσκο μέσα στο καλοκαίρι) και συναυλιακά. Από τις ελάχιστες μπάντες που μπορούν να υπερηφανευτούν για διψήφιο αριθμό δισκάρων στη φαρέτρα τους.
Θα μπορούσα να διαλέξω ανάμεσα σε πολλές κυκλοφορίες του για το ποιο θα γίνει κείμενο. Διαλέγω το ‘’Infinity’’ για δυο λόγους. Πρώτον, ακούμε για πρώτη φορά τη φωνή του Θεόσταλτου Steve Perry. Τρομερή η μουσική των Journey αλλά το μεγάλου ατού τους ήταν το λαρρύγι του πλέον 73χρονου τραγουδιστή. Δεύτερον, δίοτι ο συγκεκριμένος δίσκος αποτελεί τη μετάβαση από τον πιο προοδευτικό ήχο τους σε πιο μελωδικό και βατό, γεννημένο για να γίνει δημοφιλές και να γεμίζει αρένες. Μάλιστα ο συγκεκριμένος δίσκος δανείζεται και από τις δυο αυτές μουσικές πλευρές και χαρακτηρίζεται από την ευκολία που μοιράζεται και στα δυο ταμπλό.
To ‘’Infinity’’ ξεκινά με το ‘’Lights’’, ένα ύπουλα ήρεμο τραγούδι, σύνθεση της συνεργασίας Perry/Schon που θα δημιουργούσε αισθαντικούς δυναμίτες σαν και αυτόν. Η φωνή του Steve σπάει κόκαλα και λυγίζει σίδερα, οι κιθαριστικές αρμονίες του Neal είναι ταξιδιάρικες, αισθαντικές, ρομαντικές. Αγγίζουν ευαίσθητες χορδές της ψυχής σου θυσιάζοντας δικές τους ξανά και ξανά. Επινοητικά και πολυμήχανα, δημιουργούν ατμόσφαιρα μέσω πλήκτρων, στοχεύουν στις έγχορδες δυναμικές χωρίς να τις αφήνουν σχεδόν ποτέ μόνες τους και επιτρέπουν στην επιστήθια φωνή να σπαραξοκαρδίσει χωρίς δισταγμό, γονατίζοντας τον ακροατή. Το ‘’Feeling That Way’’ είναι πιο ρυθμικό, έχει μπλουζίστικη καρδιά και προοδευτικό παίξιμο. Χωρίς εφησυχασμό, ακούς επιδεέξιο μπάσο και τύμπανα να πεζοπορούν πάνω στο μαλακό γρασίδι της καρδιάς σου. Είμαστε στα 70ς και αυτό φαίνεται στις συνθέσεις του δίσκου όπως και στην παραγωγή του Roy Thomas Baker. Περίτεχνο παίξιμο δοσμένο με τον πιο βατό προς τον ακροατή τρόπο ώστε να αγκιστρώνεται από το πρώτο μόλις άκουσμα. Πολλά κολπάκια με τα φωνητικά του Perry χαρίζουν ένα ποιοτικό και ποσοτικό θησαυρό που χαιδεύει τα αυτιά μας. Η πιο σκληρή και κιθαριστική στιγμή του δίσκου έρχεται στο "Lă Do Dā" σε αντίθεση με το ‘’μαλακό’’ "Patiently", το πρώτο τραγούδι που δημιουργήθηκε από την μαγική χημεία των Perry/Schon.
Η δεύτερη πλευρά δεν θα μπορούσε να ξεκινήσει με καλύτερο τρόπο. Αγαπημένο τραγούδι, χιλιοακουσμένο, την τελευταία διετία επιλεγμένο ως τον ήχο κλήσης στο κινητό μου μιας και δεν το χορταίνω. Η Μαγεία η ίδια μέσα από νότες. Το τραγούδι γράφτηκε στο μικρό χρονικό διάστημα που ήταν και ο Fleischman μέλος των Journey. Κιθαριστική ύφανση που σε παγιδεύει με τις μελωδίες της, πλήκτρα από τον Gregg Rolie, σύνεργοι της ηχητικής διαπλοκής και ένα διορατικο tempo που σε εγκλωβίζει στο ρυθμό του. Για το δίποδο αηδόνι δεν τολμώ να γράψω κάτι, Σιωπή και σεβασμός. Μόνο για τους στίχους που πάντοτε με εξέφραζαν όσο λίγα hard rock τραγούδια. Εκφραστικότητα μέσω των φωνητικών δυνατοτήτων του τραγουδιστή με τις ρίζες από την Πορτογαλία με συνοδεία πιάνο και ολισθαίνουσες κιθάρες. Πλούσια ενορχήστρωση στο "Winds of March" με εξαιρετικά κιθαριστικά χωσίματα και ένα ξέφρενω ξεφάντωμα των πλήκτρων και των ρυθμών με σαρωτικό σόλο προς το τέλος του τραγουδιού. Κλείσιμο ενός τρομερού δίσκου με το ερωτιάρικο ‘’Opened The Door’’ και την εκδίπλωση των δυνατοτήτων και των ικανοτήτων όλων των μελών μέσω δεσμωτήριων αρμονιών.