Monuments
Εν έτει 1995, οι Saxon ήταν σε θέση να βγάζουν αξιοπρεπείς και ορεξάτους δίσκους, κρατώντας ψηλά τη σημαία του παραδοσιακού heavy metal (που τότε δεν ήταν και στα καλύτερά του). Εντάξει, μην περιμένετε να ακούσετε κανένα δεύτερο "Wheels of steel", σίγουρα όμως δεν θα απογοητευτείτε αν επενδύσετε λίγο χρόνο σε έναν δίσκο όπως το "Dogs of war".
Τρία χρόνια απουσίας που δηλώνουν ότι η μπάντα πέρασε μία μακρά περίοδο ενδοσκόπησης για να βρει τον εαυτό της και να προχωρήσει. Και το αμερικανικό όνειρο που τόσο πολύ υπηρέτησε με τα "Crusader" (1984), "Innocence is no excuse" (1985), "Rock the nations" (1986) και "Destiny" (1988) έπαψε (δόξα τω Θεώ) να την πνίγει σαν θηλιά.
Ο διάδοχος του απογοητευτικότατου "Rock the nations" ήταν το παντελώς ασήμαντο "Destiny". Πραγματικά, όταν μία μπάντα που υποτίθεται ότι έχει αυτοσεβασμό, καθώς και αξιοσέβαστη πορεία στον χώρο του heavy metal, ανοίγει τον δίσκο της με την τραγελαφική διασκευή στο "Ride like the wind" του... Christropher Cross (!!), τι μπορεί να περιμένει κανείς; Πολύ σωστά, τίποτα. Κι αυτό ακριβώς παίρνει!
Ύστερα από το συμπαθητικό, αλλά μάλλον κατώτερο των δυνατοτήτων τους, "Innocence is no excuse" (1985), οι Saxon συνέχισαν αμετανόητοι να θηρεύουν το αμερικάνικο όνειρο, παίζοντας εμπορικό metal με glam και arena rock αναφορές. Έτσι, με σταθερά φθίνουσα πορεία ως προς την ποιότητα, κυκλοφόρησαν το 1986 το μετριότατο (προς κακό) "Rock the nations".
Οι Saxon οπωσδήποτε αποτελούν μία από τις καλύτερες και πιο επιδραστικότερες μπάντες που ξεπήδησαν από το κίνημα σταθμός στην εξέλιξη του σκληρού ήχου, που άκουγε στο όνομα σιδηρόδρομος New Wave Of British Heavy Metal (NWOBHM). Υπηρετώντας πιστά το όραμά τους, ορμητικοί και ασυμβίβαστοι, οι Saxon χάρισαν τέσσερις σημαντικούς δίσκους στο διάστημα 1979-1981. Κατόπιν, είπαν να αλλάξουν το ύφος τους επί το επικότερον, κυκλοφορώντας το εξαίσιο "Power and the glory" (1983).
Αν κάναμε μία σφυγμομέτρηση ανάμεσα στους νέους σε ηλικία μεταλλάδες, ρωτώντας τους τι ακριβώς πιστεύουν για τους Saxon, οι περισσότεροι -αν όχι όλοι- θα έλεγαν ότι είναι μία μπάντα που ανέκαθεν πρέσβευε τον ανόθευτο ήχο και την αμεσότητα του σκληρού ύφους. Πόσοι άραγε από αυτούς θα είχαν υπόψη τους το εμπορικό ιντερμέδιο που ενώνει το "Power and the glory" του 1983 με το "Solid ball of rock" του 1991, και το οποίο περιλαμβάνει τέσσερις studio δίσκους, αρχής γενομένης από το "Crusader" του 1984; Κι όμως, τούτο το "αμερικανογενές" διάλειμμα έγινε στα αλήθεια!
Εν έτει 1983, το κίνημα του NWOBHM, από το οποίο, κακά τα ψέματα, γεννήθηκε το σύγχρονο heavy metal, έπνεε τα λοίσθια. Οι μπάντες που πρωτοστάτησαν άλλαζαν τον ήχο τους, για το δικό τους καλό, αλλά και για εκείνο του μεταλλικού ιδιώματος, που δεν έπρεπε και δεν μπορούσε να μείνει στάσιμο. Οι Saxon, μία από τις σημαντικότερες δυνάμεις του NWOBHM το αντιλήφθηκαν γρήγορα αυτό. Βάζοντας, λοιπόν, μία τελεία με το υπέροχο live "The eagle has landed" (1982), έκαναν το μεγάλο βήμα και μεταμορφώθηκαν σε ήρωες του power metal, διατηρώντας ωστόσο τις κλασικές καταβολές τους.
Μαζί με το "Wheels of steel", το "Denim and leather" είναι ο κλασικότερος δίσκος των Saxon, δίχως και να θεωρείται αυτονόητα ο καλύτερος - αυτή η τιμή ανήκει, κατά τη γνώμη μου, στο "Power and the glory". Στην υστεροφημία του album οπωσδήποτε σημαντικό ρόλο έπαιξε το γεγονός ότι σε αυτό περιλαμβάνονται τρεις από τις πιο αναγνωρίσιμες συνθέσεις της μπάντας: "Princess of the night", "And the bands played on" και "Denim and leather".
Τo "Wheels of steel", ο δίσκος που σηματοδότησε την έναρξη της εμπορικής επιτυχίας για τους Saxon, θα θεωρείται για πάντα ως ο κλασικότερος δίσκος τους, με μόνο αντίζηλο το "Denim and leather" της επόμενης χρονιάς, άντε και το "Power and the glory" του 1983. Ωστόσο, ανάμεσα σε όλες αυτές τις πραγματικά μοναδικές στιγμές, υπάρχει και το διακριτικό "Strong arm of the law", που προσωπικά τοποθετώ στο ίδιο επίπεδο με το "Wheels of steel" κι ελάχιστα πιο κάτω από το "Power and the glory".
Το δεύτερο κατά σειρά album των "μεγάλων" Saxon αποτελεί μία σημαντική στιγμή στην καριέρα τους. Με το "Wheels of steel", η μπάντα έμπαινε για τα καλά και με ορμή στη χορεία των ταγών του New Wave of British Heavy Metal (NWOBHM), μαζί με τους Iron Maiden, τους Samson, τους Angelwitch και τους Diamond Head (δυστυχώς, πέρα από τους Saxon, μόνον οι πρώτοι είχαν διάρκεια).