
Monuments
Τρέφω απίστευτη αγάπη για τους δυο δίσκους των Holy Terror. Εμπεριέχονται ότι θα μπορούσα να ζητήσω από μια speed/thrash μπάντα της εποχής. Η βραχύβια καριέρα των Holy Terror διήρκησε από το 1985 μέχρι το 1991. Η πενταμελής σύνθεση της μπάντας σταθεροποιήθηκε το 1987 με την έλευση του Joe Mitchell πίσω από το drum kit αντικαθιστώντας τον Jack Schwartz (ο οποίος είχε παίξει στο ντεμπούτο των Dark Angel) και με την ίδια ομάδα κυκλοφόρησαν τα δυο απόλυτα μνημεία του ήχου, το ‘’ Terror and Submission’’ το 1987 και το ‘’ Mind Wars’’ του 1989.
Το 2005 οι Καναδοί θεούληδες Voivod έχασαν το κιθαρίστα τους, Piggy (Denis D'Amour) από καρκίνο. Ένα χρόνο αργότερο κυκλοφόρησαν το ‘’Katorz’’ , τον δέκατοτεταρτο δίσκο τους (quatorz για του γαλλομαθείς) που είναι ο πρώτος δίσκος που περιέχει κιθαριστικά μέρη του Piggy ενώ έχει ήδη απεβιώσει. Κάτι είναι και αυτό. Όμως, στο συναυλιακό τομέα έπρεπε να υπάρξει κάποιος αντικαταστάτης και τα μέρη του δεν τα λες και εύκολα. Τι πιο λογικό και ταιριαστό να θέλεις ένα ΠΑΙΧΤΑΡΑ, Καναδό και οπαδό των Voivod να τον αντικαταστήσει.
Μπορεί η Γερμανική σκηνή να έβραζε στα 80ς αλλά η Γειτονική Αυστρία είχε πολύλιγότερες καλές περιπτώσεις. Οι Maniac από το Tyrol δημιουργήθηκαν το 1983 και δυο χρόνια κυκλοφόρησαν το ομώνυμο ντεμπούτο από την Hot Blood Records για Ευρώπη και Koch Records για Αμερική. Τευτονικό Power/Speed Metal που χρωστούσε αρκετά στους πρώιμους Helloween, Running Wild, Accept και η λίστα συνεχίζεται. Ωραίος δίσκος με καλές στιγμές αλλά όχι τόσο ώστε να ξεχωρίσει στο παγκόσμιο στερέωμα. Στο ντεμπούτο η μπάντα ήταν τετραμελής με session drummer.
Η Γερμανία ανέκαθεν τροφοδοτούσε το underground κύμα της metal μουσικής με νέο αίμα. Ειδικά στα 80ς πρωταγωνίστησε. Πολλές ηγετικές μπάντες του heavy/power/speed/thrash προήλθαν από τη Γερμανία που ακόμα και σήμερα δεν σταματά να κυριαρχεί σε πολλούς τομείς, μουσικούς και τεχνικούς. Αν και πολλά συγκροτήματα κατάφεραν να αναδειχτούν χάρη στις πάμπολλες εταιρίες που τις υποστήριξαν από την αρχή, υπήρξαν και αυτές που δεν πέρασαν στο επόμενο στάδιο. Οι Brainfever για παράδειγμα. Μπάντα που δημιουργήθηκε στα τέλη των 70ς αλλά η σύνθεση της σταθεροποιήθηκε το 1982.
2003 και γνωρίζω τον άνθρωπο που συμπορεύομαι από τότε μέχρι σήμερα. Από την πρώτη στιγμή της συζυγικής μας ζωής, ενώσαμε και δισκοθήκες. Πολύ σαβούρα που έφυγε άμεσα, κάποια κοινά ακούσματα αλλά και κάποια που δεν είχα ακούσει, πόσο μάλλον να τα έχω σε φυσικό φορμάτ. Ένα από τα καλύτερα κομμάτια της ‘’προίκας’’ που μου δόθηκε, ήταν το μοναδικό άλμπουμ των Σουηδών Vinterland. Μελωδικό black metal υλικό είχε άφθονο στη δισκοθήκη της αλλά αυτό ήταν από τα καλύτερα και σύντομα ασπάστηκα και γω τον ίδιο ενθουσιασμό.
Κανείς δεν αμφισβητεί ότι τα 90ς ήταν η δεκαετία του Progressive Metal. Η τεχνική και πολυδιάστατη μουσική απενεχοποιήθηκε μιας και ο κόσμος κουράστηκε από ανάλογους ήχους στα 70ς και η επόμενη δεκαετία η μουσική απλοποιήθηκε, είτε μιλάμε για rock/metal είτε για Pop ακούσματα. To ‘’ Images and Words’’ των Dream Theater του 1992 άνοιξε πόρτες για πολλές μπάντες του είδους (από θέμα δημοτικότητας μιλάμε πάντα, υπήρξαν και άλλες μπάντες του είδους που προηγηθηκαν) οι οποίες υπέγραψαν σε κάποια εταιρία και κυκλοφόρησαν το υλικό τους.
Οι Dimmu Borgir είναι πασίγνωστοι με πολλούς πιστούς οπαδούς και αρκετούς που αμφισβητούν την αυθεντικότητα της black metal μουσικής τους και αισθητικής τους. Δημιουργήθηκαν στο Oslo της Νορβηγίας το 1993 πάνω στον απόηχο των εκεί γεγονότων με την άταχτη black metal σκηνή και σε αυτήν ουσιαστικά εντάχτηκαν. ‘’Dor All Did’’ το 1995, ‘’Stormblåst’’ το 1996 με τα λόγια στην μητρική τους γλώσσα, την ίδια χρονιά το ‘’Devil’s Path’’ ep. Κάπου εδώ είχε αρχίσει να ψιθυρίζεται το όνομα τους στα metal στέκια.
Στις μέρες μας αυτό που αποκαλούμε symphonic metal είναι ένα trendy της εποχής, το οποίο διαρκεί πολλά πια χρόνια. Μπάντες σε όλες τις μορφές του metal είτε στο στούντιο είτε στις συναυλίες, που μετατρέπουν σε κονσέρτα, βάζουν συμφωνικά στοιχεία, ή ακόμα και συμφωνικές ορχήστρες με πολύ καλά ή λιγότερο καλά αποτελέσματα. Οι Haggard, μια μουσική κολεκτίβα από την Γερμανία, το κάνει αυτό πολλά χρόνια από το ντεμπούτο της, ‘’And Thou Shalt Trust... the Seer’’ του 1997, σε μικρότερο βαθμό καθώς κυριαρχούσε η death metal φύση της και κυρίως στο επόμενο ‘’Awaking the Centuries’’ του 2000.
Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα οι Βρετανοί black metal κάφροι, Akercocke και πιο συγκεκριμένα από τα ‘’Rape of the Bastard Nazarene’’ του 1999 και ‘’The Goat Of Mendes’’ του 2001 είχαν κάνει τρανό όνομα στο underground του Λονδίνου και όχι μόνο. Η εδραίωση με το τρίτο δυνατό δίσκο ‘’Choronzon’’ του 2003 και έτσι στις 10 του Οκτώβρη του 2005 με διάθεση αλλαγής και προοδευτικότητας στο κάφρικο ήχο τους κυκλοφόρησαν το τέταρτο full length με τον τίτλο σιδηρόδρομο, ‘’Words That Go Unspoken, Deeds That Go Undone’’. Το κυκλοφόρησε η Earache Records.
To ‘’Firefly’’ είναι το δέκατο άλμπουμ των Βρετανών Uriah Heep και βγήκε το 1977. Για να είμαι ακριβής κυκλοφόρησε μέσω της ανεξάρτητης Bronge Records και της ένδοξης πολυεθνικής υπερεταιρίας Warner Bros Records τον Φλεβάρη του 1977. Και είχαν προηγηθεί δισκάρες. Και τι δισκάρες. Μόνο τους πρώτους πέντε δίσκους ‘’...Very 'Eavy ...Very 'Umble’’ του 1970, ‘’Salisbury’’ του 1971, ‘’Look at Yourself’’ του 1971, ‘’Demons and Wizards’’ του 1972 και ‘’The Magician's Birthday’’ να πάρεις έχεις πέντε καριέρες ζωής άλλων σχημάτων.